ὀστεολογίας

ὀστεολογίας
ὀστεολογίᾱς , ὀστεολογία
extraction of bones
fem acc pl
ὀστεολογίᾱς , ὀστεολογία
extraction of bones
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Φαλόπιο ή Φαλόπια, Γκαμπριέλε — (Fallopio ή Fallopia, Μοντένα 1523 – Πάντοβα 1562). Ιταλός γιατρός. Με πρόσκληση της Ενετικής Δημοκρατίας δίδαξε ανατομία στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα. Έκανε περιγραφή της ανάπτυξης των οστών και συνετέλεσε ιδιαίτερα στην πρόοδο της οστεολογίας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”